Εχινους

Εχινους
    Ἐχινοῦς
    -οῦντος ὅ Эхинунт (город во Фтиотиде, близ Фермопил) Arph.

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Смотреть что такое "Εχινους" в других словарях:

  • ἐχινοῦς — ἐχῑνοῦς , ἐχινέες kind of mouse with rough bristling hair masc gen sg (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐχίνους — ἐχί̱νους , ἐχῖνος hedgehog masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • LUPATA — apud Matt. l. 1. Epigr. 105. cuius Epigraphe de spectaculo v. 4. Mordent aurea quod lupata cervi, Quod frenis Libyci domantur ursi etc. genus freni asperrimi, a lupinis dentibus dicti, qui inaequales sunt, unde etiam eorum morsus vehementior,… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • εχίνος — I (echinus). Θαλάσσιο ζώο, γνωστό κυρίως ως αχινός (βλ. λ.) II (Ανατ.). Ένα από τα τμήματα του πολύχωρου στομαχιού των μηρυκαστικών, το οποίο βρίσκεται μεταξύ του κεκρύφαλου και του ηνύστρου. Ο ε. δεν έχει αδένες και ο βλεννογόνος της εσωτερικής… …   Dictionary of Greek

  • εχινοφόρος — ἐχινοφόρος, ον (Α) νεοελλ. βοτ. γένος σκιαδιανθών φυτών αρχ. αυτός που έχει εχίνους («ἐχινοφόροι κόγχαι», Πλίν.). [ΕΤΥΜΟΛ. < εχίνος + φορος (< φέρω)] …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»